Κάθομαι στο σκοτάδι.
Στην πολυθρόνα την παλιά,την ξεχαρβαλωμένη με τα σκισμένα μπράτσα.
Εκεί που με άφησες.
Με το πρόσωπο γεμάτο δάκρυα.
Σε ένα δωμάτιο μουχλιασμένο από την υγρασία του πόνου.
Του πόνου που σου προξένησα ,του πόνου που χάραξες με το φευγιό σου.
Άγγιγμα και χαρακιά.
Πληγή και Αίμα.
Κοιτάζω από το παράθυρο.
Περιμένω ακόμα να έρθεις ντυμένος με υποσχέσεις.
Μα δεν έρχεσαι, δεν θα έρθεις και το ξέρω.
Ο πόνος ριζώνει μέσα μου.
Στενός κλοιός που με πνίγει.
Ερείπωσα μέσα μου.
Στοίχειωσα αυτό το σπίτι και στοιχειώθηκα από εσένα
Από τα βήματα σου, τα χάδια σου ,τα λόγια σου τα ανούσια
Το άρωμα σου το ανακατεμένο με τον ιδρώτα
Τις λέξεις σου,
Τις μπερδεμένες,τις στολισμένες στην άκρη των μαλλιών μου.
Σε νοστάλγησα απόψε…..
Λησμόνησα την μορφή σου
Την σκιά σου στον τοίχο.
Τους ήχους από τα γέλια σου.
Τους ψίθυρους σου.
Και τα αναφιλητά στον ύπνο σου απάνω.
Τα φιλία που σου εδίνα στα μάτια, να ρουφήξω τον πόνο σου
Να ξορκίσω τους εφιαλτές.
Σε λησμόνησα απόψε.....
Λησμόνησα μαζί και εμένα...